Η ιστορία πίσω από την εφεύρεση των κουλοχέρηδων είναι γεμάτη ίντριγκες, κλοπές, και αντιπαραθέσεις. Όλα ξεκίνησαν στη Βαυαρία της Γερμανίας. Ο Augustinus Charles Fey ήταν το μικρότερο από τα 16 παιδιά που γεννήθηκαν το 1862 στο μικρό χωριό της Βαυαρίας, Vohringen. Από μικρή ηλικία έδειξε το ενδιαφέρον του για τη μηχανική, ακολουθώντας τα βήματα των αδερφών του και δουλεύοντας σε ένα εργοστάσιο κατασκευής αγροτικών εργαλείων στο Μόναχο.
Στα 15 του έφυγε από το σπίτι και ταξίδεψε στην Ευρώπη. Έκανε μια στάση στη Γαλλία για περίπου τρία χρόνια, δουλεύοντας ως κατασκευαστής εξοπλισμού ενδοεπικοινωνίας και στη συνέχεια πήγε σε ένα βρετανικό πλοίο, όπου εργάστηκε για τα επόμενα πέντε χρόνια.
Αρκετά χρόνια πριν, όπως αναφέρει το σχετικό δημοσίευμα του Today I Found Out, ο θείος του (αδερφός της μητέρας του) είχε μετακομίσει στο Νιου Τζέρσεϊ των ΗΠΑ. Ο ίδιος έστελνε συχνά γράμματα στην οικογένειά του, μιλώντας για την περιουσία του και την καλή ζωή που παρείχε η Αμερική.
Έτσι, ο νεαρός August μάζεψε χρήματα και αποφάσισε να πάει κι εκείνος εκεί.
Εγκαταστάθηκε στο σπίτι του θείου του στην περιοχή Hoboken, όμως σύντομα αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στο Σαν Φρανσίσκο, όπου έφτασε το 1884/1885 σε ηλικία περίπου 23 ετών. Εκείνη την εποχή στο Σαν Φρανσίσκο υπήρχαν πολλές αίθουσες τυχερών παιχνιδιών, κρησφύγετα όπου έκρυβαν όπιο, πορνεία και άλλες παράνομες δραστηριότητες.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο August χρησιμοποίησε τις γνώσεις και τις δεξιότητές του ως μηχανικός και βρήκε δουλειά στην εταιρεία California Electric Works (αργότερα γνωστή ως Western Electric).
Προσεβλήθη όμως από φυματίωση και έτσι, πήρε ξανά τους δρόμους, αυτή τη φορά προς το πιο θερμό κλίμα του Μεξικού. Η υγεία του όμως δε βελτιώθηκε και επέστρεψε στο Σαν Φρανσίσκο, όπου κατάφερε να αναρρώσει και το 1889 να παντρευτεί τη γυναίκα που αγαπούσε, Marie Christine Volkmar, κόρη ενός καπνοπώλη.
Το ζευγάρι απέκτησε τέσσερα παιδιά και ο August Charles Fey άλλαξε το όνομά του σε Charles Fey.
Σε αυτή τη φάση της ζωής του άρχισε να πειραματίζεται με τη δημιουργία και επινόηση των δικών του μηχανικών συσκευών.
Καθώς του άρεσε το χρήμα, πήγαινε συχνά στα μαγαζιά του τζόγου, όπου παρατήρησε ότι τα μηχανήματα «nickel-in-the-slot» είχαν αρχίσει να γίνονται ιδιαίτερα δημοφιλή. Τα μηχανήματα αυτά έμοιαζαν περισσότερο με αυτόματα μηχανήματα πώλησης τσιγάρων και εισιτηρίων για ποτό. Ήταν απαραίτητη η παρουσία ενός ανθρώπου, του καπνοπώλη ή μπάρμαν, οι οποίοι παρέδιδαν το βραβείο.
Τα πιο δημοφιλή ήταν τα λεγόμενα «poker machines», τα οποία χρησιμοποιούσαν πραγματικά χαρτιά και φυσικά, τα βραβεία ήταν και πάλι τσιγάρα και ποτά.
Το 1893 ο Fey πίστευε ότι μπορούσε να φτιάξει ένα καλύτερο μηχάνημα τυχερών παιχνιδιών.
Ο συνάδελφός του στη δουλειά Theodore Holtz του γνώρισε έναν ακόμη Γερμανό, ο οποίος εργαζόταν στην εταιρεία California Electric Works, τον Gustav Friedrich Wilhelm Schultze.
Στις 8 Αυγούστου του 1893 ο Schultze πατεντάρισε τη δική του συσκευή, που ελεγχόταν με νομίσματα, την οποία είχε ονομάσει «Horseshoe».
Ήταν η πρώτη πατέντα που εκδόθηκε στις ΗΠΑ για μηχάνημα τυχερών παιχνιδιών και ήταν η πρώτη που θύμιζε σε κάποιο βαθμό τα ανάλογα μηχανήματα που γνωρίζουμε στις μέρες μας.
Για την ακρίβεια, ορισμένοι ιστορικοί ισχυρίζονται ότι ο Schultz θα έπρεπε να είναι αυτός που έγινε γνωστός ως «ο Τόμας Έντισον των κουλοχέρηδων» και όχι ο Fey.
Όπως και να έχει, ο Fey εντυπωσιάστηκε πολύ από αυτό το μηχάνημα και εμπνεύστηκε και τη δική του συσκευή, που λειτουργούσε με νομίσματα.
Το 1894 σχεδίασε τη δική του εκδοχή του Horseshoe, που ήταν παρόμοια με το αρχικό μηχάνημα, όμως διέθετε καλύτερο μηχανικό κύλινδρο. Ο Fey ζήτησε, τότε, από το Holtz να γίνει συνέταιρός του. Εκείνος δέχτηκε και οι δυο τους παραιτήθηκαν από τη δουλειά τους, ανοίγοντας το κατάστημα «Holtz and Fey Electric Works».
Σκόπιμα, άνοιξαν το μαγαζί τους κοντά σε αυτό που είχε ανοίξει ο Schultz.
Ένα χρόνο μετά, το 1895, ο Fey ολοκλήρωσε στο υπόγειο του σπιτιού του το επόμενο μηχανικό του θαύμα, μια ακόμη πιο εξελιγμένη μορφή του Horseshoe. Το ονόμασε «4-11-44», από ένα δημοφιλές παιχνίδι λοταρίας που λεγόταν «Policy» και στο οποίο η σπάνια σειρά νίκης ήταν η 4-11-44.
Το μηχάνημα αυτό είναι ο λόγος, για τον οποίο πολλοί αποδίδουν την εφεύρεση των κουλοχέρηδων στον Fey.
Ήταν μια μηχανή δαπέδου τριών-δίσκων και σε αντίθεση με οποιαδήποτε άλλη που υπήρχε μέχρι τότε, αντί να «φτύνει» έξω κουπόνια ή δελτία, είχε τη δυνατότητα να βγάζει πραγματικά νομίσματα.
Το μηχάνημα τοποθετήθηκε σε ένα σαλούν του Σαν Φρανσίσκο και αποδείχτηκε μεγάλη επιτυχία.
Το εταιρικό δίδυμο ξεκίνησε να κατασκευάζει κι άλλα, ωστόσο δεν πέρασε πολύς καιρός και ο Fey άρχισε πάλι να… τα μαζεύει.
Πούλησε το μερίδιό του στην εταιρεία και ξεκίνησε τη δική του: Charles Fey Company.
Το 1897 επινόησε το μηχάνημα «Card Bell», το οποίο διέθετε τρεις κυλίνδρους και μπορούσε να κάνει αυτόματη πληρωμή, αυξάνοντας την αγωνία και τον ενθουσιασμό. Στην αρχή χρησιμοποίησε τα σύμβολα της τράπουλας, όμως δύο χρόνια μετά τα αντικατέστησε με αστέρια και καμπάνες και το ονόμασε «Liberty Bell». Με δέκα σύμβολα σε κάθε κύλινδρο και δέκα στάσεις, επέτρεπε τη δημιουργία πολλών συνδυασμών.
Δεν έμοιαζε με τίποτε από όσα κυκλοφορούσαν στην αγορά.
Ο Schultz σε κάποια φάση προσπάθησε να πάει στα δικαστήρια τον Holtz, ωστόσο τα δικαστήρια τον απάλλαξαν λέγοντας ότι η πατέντα που είχε δεν τον προστάτευε, καθώς ο τζόγος ήταν παράνομος.
Όσο για τον Fey, αυτός δεν κατοχύρωσε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας καμία από τις συσκευές του, ούτε τις πούλησε. Τις λειτουργούσε όλες ο ίδιος, κάνοντας συμφωνίες με τους ιδιοκτήτες των καταστημάτων, παίρνοντας το 50% των κερδών.